Σου πα μανα μ’ – Τσακώνικος Χορός

O Τσακώνικος χορός είναι ένα μουσικοχορευτικό δρώμενο, που χαρακτηρίζεται από σπειροειδείς και φιδίσιους σχηματισμούς και αποτελεί στοιχείο-σύμβολο της πολιτισμικής ταυτότητας των Τσακώνων.

Είναι βαρύς και μεγαλοπρεπής χορός, που χαρακτηρίζεται από τους ντόπιους ως «ταπεινός», «σοβαρός», «αυστηρός», «λιτός» και «συγκρατημένος». Είναι ο χορός με τον οποίο κλείνουν τα γλέντια, είναι δηλαδή ο τελευταίος χορός, που χορεύεται από όλους με τη δέουσα μεγαλοπρέπεια και «ιερότητα», δημιουργώντας σε όλους συγκίνηση και δέος.

O Τσακώνικος χορός χορεύεται στη Τσακωνιά, στη νοτιοανατολική Πελοπόννησο, συγκεκριμένα στο νοτιοανατολικό τμήμα της επαρχίας Κυνουρίας, του νομού Αρκαδίας. Πρόκειται για μια περιοχή 30-40 χιλιομέτρων μήκους και 20-25 χιλιομέτρων πλάτους, που εκτείνεται από τον Πάρνωνα μέχρι τον Αργολικό κόλπο και από το Λεωνίδιο ως τον Άγιο Ανδρέα. Περιλαμβάνει το Λεωνίδιο, την Πραγματευτή, τη Σαμπατική, το Λιβάδι, τα Πέρα Μέλανα, τον Τυρό, τα Σαπουνακαίικα, τον Άγιο Ανδρέα, τον Πραστό, την Καστάνιτσα, τη Σίταινα και τους οικισμούς Φούσκα και Βασκίνα.

Από το πλούσιο βιβλιογραφικό υλικό που αφορά τον Τσακώνικο χορό προκύπτει ότι οι περισσότεροι μελετητές έχουν εστιάσει το ενδιαφέρον τους στην αρχαιοελληνική προέλευση του χορού και στη διατήρησή του μέχρι σήμερα. Οι «λαβυρινθιακοί σχηματισμοί» του χορού, δηλ. τα σχήματα που κάνει ο χορός στον χώρο, και ο αρχαιοελληνικός παιωνικός του ρυθμός των 5/4 και 5/8, σε συνδυασμό με το τοπικό γλωσσικό ιδίωμα (τσακώνικη διάλεκτο), κρίθηκαν από τους μελετητές ως επαρκή αποδεικτικά στοιχεία για τον χαρακτηρισμό του ως «αρχαίου ελληνικού χορού».

Κατά καιρούς δόθηκαν διάφορες εκδοχές προέλευσης του Τσακώνικου χορού. Όπως:

α) ότι ο Τσακώνικος χορός είναι ο «γέρανος», ο χορός που χόρεψε ο Θησέας στη Δήλο και αναπαριστά την είσοδο και την έξοδο του από το λαβύρινθο

β) ότι πρόκειται για «κλειδωτό» χορό του γάμου

γ) ότι ο χορός είναι «πυρρίχιος», πολεμικός χορός

δ) ότι είναι πανάρχαιος λατρευτικός χορός σε απολλώνειο ρυθμό 5/4 και 5/8, δηλ. παιάνας , που παριστάνει ορχηστρικά την πάλη του Απόλλωνα με τον Πύθωνα  ή «Ιερό λατρευτικό χορό»,  που χορογραφικά αναπαριστά την κίνηση του φιδιού.

ε) ότι πρόκειται για δίδυμο αδελφό χορό με τον χορό των Καρυάτιδων του αρχαίου λακωνικού Όρμου

H προέλευση του χορού έχει προκαλέσει διάφορες ερμηνείες, με επικρατέστερες τις απόψεις πως πρόκειται για γέρανο ή πύθιο χορό. H πρώτη άποψη υποστηρίζει ότι ο χορός αναπαριστά την προσπάθεια του Θησέα να βγει από το Λαβύρινθο, χορεύτηκε στη Δήλο και από εκεί μεταφέρθηκε στη Mικρά Ασία και έπειτα σε διάφορες της Ελλάδος, αλλά διατηρήθηκε μόνο στη Nότια Kυνουρία. Γι’ αυτό έχει διατυπωθεί η άποψη ότι οι ρίζες του χορού αυτού βρίσκονται στην Κρήτη. Γεγονός, πάντως, είναι πως υπήρχε και σε άλλα μέρη της Ελλάδας και της Μικράς Ασίας από πολύ παλιά.

Η Δώρα Στράτου γράφει, σχετικά, στο βιβλίο της «Μια ζωή, μια περιπέτεια«:
Όταν στα 1100 π.Χ κατέβηκαν τα τελευταία Ελληνικά φύλα, οι Δωριείς, και κατέκτησαν την Πελοπόννησο και διάφορα νησιά, οι παλιοί Μυκηναίοι, κάτοικοι της Λακωνίας, Αχαιοί και Μινωϊτες άποικοι, κατέφυγαν στα γύρω βουνά, για να αποφύγουν την υποδούλωση. Με τον καιρό όμως υποτάχθηκαν και αυτοί. Παρ’ όλα αυτά οι Τσάκωνες κράτησαν πολλά από τα βιώματά τους και τις συνήθειες της προηγούμενης ζωής και αυτό αποδεικνύεται από τον Τσακώνικο χορό, που χορεύεται μόνο στην περιοχή αυτή και αναβιώνει ένα γεγονός συγκλονιστικό, που μέσα στο πέρασμα των αιώνων δεν λησμονήθηκε: Το Θησέα και τον χορό του.»

H δεύτερη άποψη υποστηρίζει ότι ο Τσακώνικος Χορός χορεύεται με «Τζουμπελούδες» (γυναίκες που φορούν το κόκκινο ζιπούνι-τζουμπέ). Ο χορός μεταφέρθηκε από τους Μινωϊτες και διατηρήθηκε από τους Μυκηναίους της Λακωνίας που κατέφυγαν στον Πάρνωνα, γύρω στο 1100 π.Χ για να αποφύγουν τους τραχείς Δωριείς. Με την επικράτηση του Δωδεκάθεου ο χορός αφιερώθηκε στον Απόλλωνα, η λατρεία του οποίου επικρατεί σε όλη την Κυνουρία.  Στην πορεία ξεκόβει από αυτόν και αναπαριστά τη νικηφόρα πάλη του Απόλλωνα με το φίδι «… με τον απολλώνιο παιωνικό ρυθμό των 5 χρόνων, τα φιδίσια κυκλίσματα, στροφές, διπλώματα και ξεδιπλώματα του χορευτικού ομίλου και με τον κορυφαίο που φέρνει βόλτες κύκλο τον χορό και κάποτε χορεύει αντικριστά με τον δεύτερο χορευτή, θυμίζει πύθιο νόμο ορχηστικό και μουσικό (πάλη του Απόλλωνα στις τον Πύθωνα)…». Ο «κλειστέ» (κλειστός) τσακώνικος χορός χορευόταν σε όλα τα χωριά της Τσακωνιάς στους γάμους, στα πανηγύρια και στις «κλειστές» διασκεδάσεις (π.χ. Απόκριες) που δεν μπορούσαν να χορέψουν σε ανοιχτό χώρο.

Σήμερα χορεύεται με τα τραγούδια:
«Σου΄πα μάνα πάντρεψέ με…»,
«Κινήσαν τα τσανόπουλα…»,
«Μαντάς»,
«Μπιρμπιλομάτα»,
«Σήμερις βγήκα να χαρώ…»,
«Απατζά το Μαρασία…» (δηλ. απέναντι στο Μαραθιά).

Παλαιότερα συναντούσαμε και άλλα τραγούδια, όπως:
«Στάζουν τα κεραμίδια σου…»,
«Κάτω στο άγιο περιβόλι…»,
«Αμπέλι μου πλατύφυλλο…»,
«Φέγκη θα ζάου να παντρευτού…»

Ο «Τσακώνικος» χορός συνδέθηκε με το τραγούδι «Σου ’πα μάνα, πάντρεψέ με σπιτονοικοκύρεψέ με, και στα ξένα μη με δώσεις, μάνα θα το μετανιώσεις…». Κάτι τέτοιο δεν είναι τυχαίο μιας και το περιεχόμενο του συγκεκριμένου τραγουδιού παραπέμπει στο ξενιτεμό και τον αποχωρισμό της κόρης από τη μάνα και τον τόπο της. Είναι δεδομένο ότι η ξενιτιά είχε σφραγίσει την Τσακωνιά όχι μόνο κατά τον 19ο αιώνα, με την μετάβαση για μια καλύτερη τύχη στην Αμερική, αλλά ιστορικές πηγές αναφέρουν μετοικεσίες Τσακώνων στην Κωνσταντινούπολη ακόμα και από τους μεσαιωνικούς χρόνους.

Ο Τσακώνικος είναι  ο πρώτος χορός που εντάχθηκε το 2015 στο Εθνικό Ευρετήριο της Άυλης Πολιτισμικής Κληρονομιάς από το Υπουργείο Πολιτισμού – http://ayla.culture.gr/τσακωνικος-χορος

Η συλλογική μνήμη για τον Τσακώνικο χορό που παραδίδεται μέσω προφορικών μαρτυριών φτάνει μέχρι το 1843. Το έτος εκείνο πραγματοποιήθηκε η επίσκεψη του βασιλιά Όθωνα και της βασίλισσας Αμαλίας στο Λεωνίδιο. Τότε φιλοξενήθηκαν στο σπίτι του Ν. Χατζηπαναγιώτου, όπου και «έγινε χορός προς τιμήν των υψηλών επισκεπτών στην ανώγειο ταράτσα» (Ρουσάλη-Διατσίντου, 2002:64). Χόρεψαν τότε τον Τσακώνικο χορό, ντυμένοι με τοπικές ενδυμασίες και με τα τραγούδια «Κινήσαν τα τσανόπουλα κι ούλα τα λεβεντόπουλα…», καθώς και «Παν’ στου Αϊ-Λιά τη ράχη κάθεται ο Μαντάς και γράφει…». Πρωτοχορεύτρια ήταν η γυναίκα του Ν. Πουτσελά, η οποία λένε ήταν πολύ όμορφη και ψηλή και χόρεψε μπροστά τη βασίλισσα Αμαλία. Ο Ν. Πουτσελάς με πολύ καμάρι διηγιόταν το γεγονός αυτό στον γιο του και αυτός στα εγγόνια του.

Την ονομασία του χορού ως Τσακώνικο τη συναντάμε για πρώτη φορά στον τύπο της εποχής το 1928.

Επίσης, στον τοπικό τύπο γίνεται μνεία στη συμμετοχή χορευτών και χορευτριών από το Λεωνίδιο, υπό την καθοδήγηση του γυμναστή του Γυμνασίου Λεωνιδίου Α. Κατσίγκρη, στην επετειακή εκδήλωση της 4ης Αυγούστου το 1938 στο Παναθηναϊκό Στάδιο, όπου χόρεψαν τον Τσακώνικο χορό.

Άρθρο αφιέρωμα από το www.xoreytis.gr

 

Πηγές :

Άυλη Πολιτιστική Κληρονομιά της Ελλάδας

http://www.prastos.gr/

http://arcadia.ceid.upatras.gr/arkadia/culture/tsakonia/horos.html

https://el.wikipedia.org

http://www.dance-pandect.gr